Κωνσταντίνος Βέρσης, ο Έλληνας ταγματάρχης που προτίμησε να αυτοκτονήσει παρά να παραδώσει τα όπλα του στους Γερμανούς. Αλήθεια ποιος γνωρίζει για την ιστορία αυτή;
Σας παραθέτουμε μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν την ιστορική εκείνες στιγμές.
Στις 23 Απριλίου 1941 υπογραφόταν στην Θεσσαλονίκη, από τον αντιστράτηγο Τσολάκογλου, τον Γερμανό στρατάρχη Γιόλντ και τον Ιταλό στρατηγό Φερέρο το 3ο πρωτόκολλο ανακωχής, υπό τον τίτλο Σύμβασις Συνθηκολογήσεως.
Το άρθρο 4 προέβλεπε τα ακόλουθα:
"Τα όπλα, άπαν το πολεμικόν υλικόν και τα αποθέματα της στρατιάς ταύτης, συμπεριλαμβανομένου και του αεροπορικού υλικού, ως και αι επίγειοι εγκαταστάσεις της αεροπορίας είναι λεία πολέμου". Στο δε άρθρο 5 διαβάζουμε μεταξύ άλλων: "Η Ανωτάτη Διοίκησις των ελληνικών στρατευμάτων θα φροντίση, με παν μέσον, όπως παύση πάσα καταστροφή ή εκμηδένισις πολεμικού υλικού και προμηθειών...".
Την ίδια μοιραία ημέρα ο ταγματάρχης του πυροβολικού Κωνσταντίνος Βέρσης τίναζε τα μυαλά του στον αέρα, για να μην παραδώσει τα πυροβόλα του στον Γερμανό εισβολέα. Η φήμη για το συνταρακτικό αυτό γεγονός κυκλοφόρησε με ταχύτητα αστραπής ανάμεσα στον διαλυόμενο ελληνικό στρατό και γέννησε ιερό δέος στιες ψυχές των χθεσινών νικητών.
"Με πεισματωμένη πίκρα, πένθιμα, γράφει ο Τερζάκης, στην "Ελληνική Εποποιία", οι νικητές της Ιταλίας άρχιζαν να παρελαύνουν σε μακρυές θεωρίες από τους τόπους όπου τους είχαν ορίσει να παραδώσουν τον οπλισμό τους, να πετάνε χάμου, σε σωρούς, σαν παλιοσίδερα, τα τιμημένα όπλα τους. Ένας νέος, λεβέντης πυροβολάρχης, έξω από τα Γιάννενα, τίναξε, την ώρα εκείνη, τα μυαλά του πάνω στα κανόνια του".
"Η διαταγή ήρθε πρωί-πρωί να παραδώσουμε τον οπλισμό μας. Ήμασταν αιχμάλωτοι. Κατά το μεσημέρι, την ώρα που παραδίδονταν στους Γερμανούς τα πυροβόλα, αυτοκτόνησε ο ταγματάρχης Βέρσης και δύο λοχίες. Είχανε κρατήσει τον όρκο πως ο πυροβολητής πεθαίνει πάνω στο πυροβόλο του, αλλά δεν το εγκαταλείπει» ("Ελληνική Εποποιία 1940-41").
"Το V Σύνταγμα Πυροβολικού παρέδωσε τα πυροβόλα και τον οπλισμό του εις το χωρίον Σταυράκι. Η ταχύπτερος φήμη έφερε μέχρις ημών την νύκτα της επομένης, ότι ο ταγματάρχης πυροβολικού Βερσής Κωνσταντίνος, διοικητής μοίρας πυροβολικού, ετίμησε, κατά τρόπον μεγαλειώδη, το υπερήφανον όπλον του. Όταν, δηλαδή, έλαβε την διαταγή να παραδώση τα πυροβόλα του, συνεκέντρωσεν τους άνδρας της μοίρας του με μέτωπον προς νότον, προς την αιώνιαν Ελλάδα. Διέταξε και πάντες έψαλαν τον Εθνικό μας Ύμνον, και κατόπιν, αφού ησπάσθη τα πυροβόλα του, έδωσε διαταγήν και τα συνέτριψαν με δυναμίτιδα. Κι ενώ ακόμη το έδαφος εσείετο από τας εκρήξεις, ο Βερσής, στηρίξας το περίστροφόν του εις τον δεξιόν του κρόταφον, ηυτοκτόνησε". (Ι.Α. Βερνάρδου "Τρεμπεσίνα", σελ. 176. Εκδόσεις Ν. Αλικιώτης και Υιοί).
Ιδού πώς περιγράφει το συμβάν ο Μάνος Κατράκης που το έζησε:
"Υπηρέτησα κατά τον πόλεμο του 1940-41 στο Ά Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού ως στρατιώτης, με λοχαγό τον Τζακ Κατσόγιαννο και διοικητή μοίρας τον ταγματάρχη Βέρση. Προς το τέλος του πολέμου, η πυροβολαρχία μας ήταν ταγμένη έξω από το Αργυρόκαστρο προς Τεπελένι, στ' αριστερά του Αώου ποταμού. Επέστρεφα έφιππος στη μονάδα μου από τα Γιάννενα, όπου είχα πάει με ειδική αποστολή του λοχαγού, όταν, περνώντας από το αλβανικό χωριό Καλοκαρατζή, σκέφτηκα να χαιρετήσω τον φίλο μου και συγγραφέα Άγγελο Τερζάκη, που υπηρετούσε ως γραφέας στη διοίκηση του Αρχηγείου Πυροβολικού.
"Υπηρέτησα κατά τον πόλεμο του 1940-41 στο Ά Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού ως στρατιώτης, με λοχαγό τον Τζακ Κατσόγιαννο και διοικητή μοίρας τον ταγματάρχη Βέρση. Προς το τέλος του πολέμου, η πυροβολαρχία μας ήταν ταγμένη έξω από το Αργυρόκαστρο προς Τεπελένι, στ' αριστερά του Αώου ποταμού. Επέστρεφα έφιππος στη μονάδα μου από τα Γιάννενα, όπου είχα πάει με ειδική αποστολή του λοχαγού, όταν, περνώντας από το αλβανικό χωριό Καλοκαρατζή, σκέφτηκα να χαιρετήσω τον φίλο μου και συγγραφέα Άγγελο Τερζάκη, που υπηρετούσε ως γραφέας στη διοίκηση του Αρχηγείου Πυροβολικού.
"Είπαμε για λίγο τα δικά μας, αποχαιρετηθήκαμε κι ενώ έφευγα καβάλα στο άλογό μου, ο Άγγελος με φώναξε να γυρίσω πίσω. Ζύγωσα πάλι κοντά, μ' ανάγκασε να σκύψω και ψιθυριστά μου εμπιστεύθηκε το μεγάλο μυστικό:
-Έχουμε λάβει διαταγή για γενική υποχώρηση, θα κοινοποιηθεί εντός της ημέρας.
"Έμεινα άναυδος να τον κοιτάζω. Χωρίσαμε δακρυσμένοι και σιωπηλοί. Στα Γιάννενα πήραμε διαταγή να παραδώσουμε τον οπλισμό μας. Εκατοντάδες στρατιώτες και αξιωματικοί πετούσαν κατά γης τα όπλα κι έφευγαν δρομέως. Σωροί από κάρα, πυροβόλα, κάθε λογής εφόδια και ό,τι δυσκόλευε την πορεία της επιστροφής, εγκαταλείπονταν από ΄δω και από κεί.
Μέσα σ' αυτή την ατμόσφαιρα, κάποια στιγμή, μια δυνατή φωνή ξεχώρισε να καλεί όσους ήμασταν του πρώτου Πεδινού. Ήταν ο ταγματάρχης μας Βερσής. Όσοι είχαμε μείνει, μαζευτήκαμε γύρω του. Τότε, εκείνος, ρίχνοντας μια ματιά σε όλους, σαν να ήθελε να μας αγκαλιάσει, είπε, ενώ τον έπνιγε η συγκίνηση:
- Παιδιά μου, προδοθήκαμε. Κάναμε το χρέος μας. Φεύγω από κοντά σας, υπερήφανος για σας. Καλή πατρίδα, καλή λευτεριά!
" Έφυγε αργά πάνω στ' άλογό του, αφήνοντας μας βουβούς και σκυθρωπούς. Δεν πέρασε λίγη ώρα και από τη μεριά του ακούστηκε ένας πυροβολισμός. Ο ταγματάρχης δεν άντεξε την ντροπή". (Κων. Χατζηπατέρα και Μαρίας Φαφαλιού: "Μαρτυρίες '40-'41",
"Την ίδια μέρα, ο αγώνας της Ελλάδος σημαδεύτηκε από την πράξη ενός μαχητή στο μέτωπο, που συμβόλιζε το δράμα της χώρας μας και του λαού της. Στη σχετική με τη δράση του Α' Σώματος Στρατού έκθεση αναγράφεται: Ο ταγματάρχης του Πυροβολικού Βερσής, διαταχθείς υπό των Γερμανών να παραδώση τα πυροβόλα της μοίρας του, αφού συνεκέντρωσε ταύτα και τους απέδωκε τιμάς, ηυτοκτόνησε, ενώ η μοίρα του έψαλλε τον Εθνκόν Ύμνον". ("Ιστορία του Ελληνικού Έθνους", τόμος ΙΕ)
Κατόπιν του απονεμήθηκαν το Χρυσούν Αριοτείον Ανδρείας , εύφημος μνεία στον Ταγματάρχη. Παράλληλα η πολιτεία τίμησε τον ηρωικό πολεμιστή Κωνσταντίνο Βερσή με προτομές, στρατόπεδα, ηρώα και δρόμους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου